Η τεχνολογία οχυρώνει τα μνημεία
«Φρένο» στις καταστροφές αρχαιοτήτων και μνημείων από καύσωνες, ισχυρούς ανέμους και κατακλυσμιαίες βροχές, σφοδρές καταιγίδες, καθιζήσεις, κατακρημνίσεις, διαβρώσεις του εδάφους, σεισμούς, εκρήξεις ηφαιστείων, πλημμύρες, πυρκαγιές επιχειρεί να βάλει η τεχνολογία. Με συσκευές έγκαιρης προειδοποίησης για μεγάλους τοπικούς σεισμούς και τσουνάμι, σταθμούς αυτόματου εντοπισμού μικρομετατοπίσεων, επιταχυνσιόμετρα, δορυφόρους, μετεωρολογικούς σταθμούς, αισθητήρες για την ανίχνευση ρύπανσης και drones συλλέγονται και αναλύονται δεδομένα για την εις βάθος κατανόηση των κινδύνων που απειλούν την πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και την κατασκευή σεναρίων ανθρωπογενών και φυσικών καταστροφών, όπως και σχεδίων αντιμετώπισης αυτού που ήταν κάποτε απρόβλεπτο.
Ολα τα παραπάνω επιτελούνται μέσω του έργου Hyperion, μιας από τις πιο φιλόδοξες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την προστασία των μνημείων από γεωκλιματικούς κινδύνους, η οποία ενώνει 18 φορείς από οκτώ χώρες και συντονίζεται από την Ελλάδα, συγκεκριμένα από το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών του ΕΜΠ. Ενα από τα τέσσερα σημεία όπου η τεχνολογία βάζει το προστατευτικό της χέρι είναι η αρχαία και μεσαιωνική πόλη της Ρόδου. Πιλοτικές δοκιμές του έργου «τρέχουν» ακόμη σε Γρανάδα, Βενετία και Τόνσμπεργκ.
Η συντήρηση της αρχαίας και μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου κρίνεται επείγουσα καθώς έχει υποστεί φθορές από τον χρόνο και αποκολλήσεις τμημάτων εξαιτίας διαβρώσεων, αλλά και μετακινήσεων και παραμορφώσεων του εδάφους λόγω της σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή. Η αρχαία πόλη της Ρόδου ιδρύθηκε το 408 π.Χ. Η μεσαιωνική πόλη, Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αναπτύχθηκε γύρω από το φρούριο-ακρόπολη της πόλης. Στις αρχές του 12ου αιώνα ένα νέο τείχος περιέκλεισε μια ορθογώνια έκταση 17,5 εκταρίων, τη σημερινή Παλιά Πόλη της Ρόδου, την οποία κατείχαν επί δύο αιώνες οι Οσπιταλιέροι του Τάγματος του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ (1309-1523).
Εκείνη την περίοδο η πόλη μεταμορφώθηκε σε ισχυρό οχυρό για την προστασία της από τις εκτεταμένες συγκρούσεις της εποχής. Αργότερα περιήλθε διαδοχικά σε τουρκική και ιταλική κατοχή. Εως σήμερα διατηρεί έντονα τα μεσαιωνικά της στοιχεία. Η πέτρα που χρησιμοποιήθηκε για την οικοδόμησή της προήλθε από δύο τύπους πετρωμάτων: τον αμμώδη ασβεστόλιθο που είναι πιο διαδεδομένος και τον ορεινό ασβεστόλιθο. Το μεγαλύτερο μέρος του αμμώδους ασβεστολίθου, που είναι υλικό πορώδες, έχει χαμηλή μηχανική ανοχή λόγω της μεγάλης απορροφητικότητας του νερού και μεγάλη έλλειψη ομοιογένειας.
Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται σε ορισμένα από τα αρχαιότερα μνημεία του νησιού: στο Τζαμί του Σουλεϊμάν που χτίστηκε το 1522 με μιναρέ 34,5 μ., στη θαλάσσια πύλη στην προκυμαία που χτίστηκε χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας το 1478, στον Φάρο του φρουρίου του Αγίου Νικολάου, στον Πύργο του Naillac, στους τάφους των Πτολεμαίων και των Κορινθίων και στα ιερά των σπηλαίων στο Ροδίνι, ένα χώρο ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς. Το Ροδίνι διαμορφώθηκε σε πάρκο από τους Ιταλούς (ένας χείμαρρος διασχίζει τη στενή κοιλάδα που πλαισιώνεται από ψηλά μέτωπα βράχου) και στην αρχαιότητα αποτελούσε τμήμα της νεκρόπολης της αρχαίας πόλης της Ρόδου και χώρο αναζωογόνησης και αναδημιουργίας. Τμήματα του βράχου που πλαισιώνει το άνοιγμα των τάφων κινδυνεύουν να καταρρεύσουν. Στον τάφο των Πτολεμαίων, ένα τετράγωνο μαυσωλείο 28,5 επί 28,5 μ. λαξευμένο στον βράχο, μερικά κομμάτια έχουν ήδη αποκολληθεί λόγω παραμορφώσεων του εδάφους. Λίγο πριν ο χείμαρρος καταλήξει στη θάλασσα, συναντάμε το γεφύρι των ρωμαϊκών χρόνων, ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα αρχαία γεφύρια της Ελλάδας. Η γέφυρα αυτή παραμένει σε χρήση τα τελευταία 2.200 χρόνια και δεν εμφανίζει κανένα στατικό πρόβλημα. Ομως έχει εμφανίσει διαβρώσεις στα εσωτερικά των τόξων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και των έντονων καιρικών φαινομένων που ζει τα τελευταία χρόνια το νησί. Οι απειλές αυτές ερευνώνται από τους επιστήμονες που μετέχουν στο Hyperion.
Κλιματολογικά μοντέλα, μοντέλα ακραίων φαινομένων και των επιπτώσεών τους, δομική ανάλυση, επίγειες και δορυφορικές απεικονίσεις από το Copernicus χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία μιας πρωτοποριακής πλατφόρμας μέσω της οποίας αρμόδιοι πολιτιστικοί φορείς και δημόσιες αρχές θα ενημερώνονται από τους ειδικούς για τους κινδύνους που απειλούν τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους και θα μπορούν να λαμβάνουν γρήγορα αποφάσεις για την προστασία και ανασυγκρότηση των ιστορικών περιοχών.
Διάκριση
Το έργο έχει βραβευτεί για την ερευνητική συμβολή του στην προστασία του οικολογικού και αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος με το Laurate 1st Series στο πλαίσιο του περιβαλλοντικού διαγωνισμού EcoWorld-2021. Οπως ανέφερε ο συντονιστής του Hyperion και διευθυντής Ερευνας και Ανάπτυξης στο ΕΠΙΣΕΥ/ΕΜΠ, δρ Αγγελος Αμδίτης, «η διάκριση αυτή μας επιτρέπει να συνεχίσουμε με ακόμη μεγαλύτερη θέρμη την ερευνητική μας δράση και να υποστηρίξουμε ελληνικούς, ευρωπαϊκούς αλλά και διεθνείς φορείς με νέα καινοτόμα τεχνολογικά εργαλεία. Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και στους γεωκλιματικούς κινδύνους είναι μια διαδικασία απολύτως απαραίτητη για τη διάσωση των ιστορικών και πολιτιστικών μας μνημείων και οι τεχνολογίες αιχμής είναι το “κλειδί” σε αυτή την πορεία».
Από την Ελλάδα στο έργο συμμετέχουν επίσης το ΑΠΘ, το ΕΜΠ, ο Δήμος Ρόδου, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου και το Διαπολιτισμικό Ευρω-Μεσογειακό Κέντρο της UNESCO.
Πηγή: kathimerini.gr
Δείτε περισσότερα τεχνολογικά νέα: https://eduadvisor.gr/index.php/arthra/tehnologia