Επίθετα με το αρσενικό σε -ων και -ών (Μέρος Β’)
Κατά το επείγων κλίνονται τα επίθετα δευτερεύων, ενδιαφέρων, επιβλέπων, εποπτεύων, μέλλων, πρωτεύων κ.ά.
Κατά το παρών κλίνονται τα επίθετα αποτυχών, απών, επιλαχών, επιτυχών, τυχών κ.ά.
Κατά το μετριόφρων κλίνονται τα επίθετα αγνώμων (άγνωμον), άφρων, γενναιόφρων, δεισιδαίμων, εθνικόφρων, εμπειρογνώμων, ευδαίμων (εύδαιμον), μεγαλοπράγμων (μεγαλόπραγμον), νοήμων, παράφρων, σώφρων, ταπεινόφρων κ.ά.
Οι κυριότερες επισημάνσεις μας αναφορικά με τις ιδιαιτερότητες και τη μορφολογική ποικιλία των επιθέτων τής υπό εξέταση κατηγορίας είναι οι ακόλουθες:
- Τα επίθετα της πρώτης ομάδας (επείγων κ.λπ.) ακολουθούν κατ’ αρχήν το κλιτικό σύστημα των τριτόκλιτων μετοχών της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που λήγουν σε -ων, -ουσα, -ον (π.χ., λύων, λύουσα, λύον) ή και του επιθέτου άκων, άκουσα, άκον* (ακούσιος, μη θέλοντας, αυτός που πράττει ή παθαίνει κάτι αναγκαστικά, αυτός που συντελείται χωρίς τη θέληση του πράττοντος).
- Τα επίθετα της δεύτερης ομάδας (παρών κ.λπ.) ακολουθούν κατ’ αρχήν το κλιτικό σύστημα των τριτόκλιτων μετοχών της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που λήγουν σε -ών, -ούσα, -όν (π.χ., φυγών, φυγούσα, φυγόν) ή και του επιθέτου εκών, εκούσα, εκόν* (εκούσιος, εθελούσιος, θέλοντας, αυτός που πράττει ή παθαίνει κάτι με τη θέλησή του, αυτός που συντελείται με τη θέληση του πράττοντος).
- Τα επίθετα της τρίτης ομάδας (μετριόφρων κ.λπ.) ακολουθούν σχεδόν αναλλοίωτο το κλιτικό σύστημα των τριτόκλιτων ενρινόληκτων και δικατάληκτων επιθέτων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (π.χ., ο σώφρων, η σώφρων, το σώφρον* και ο ευδαίμων, η ευδαίμων, το εύδαιμον).
- Σε ό,τι αφορά την ανωτέρω ομάδα, οι μοναδικές διαφορές στην κλίση των επιθέτων που χρησιμοποιούνται στη νέα ελληνική γλώσσα εντοπίζονται στην αιτιατική πληθυντικού του αρσενικού και του θηλυκού γένους (κατάληξη -νες και όχι -νας).
*Ακολουθεί η κλίση των επιθέτων άκων/άκουσα/άκον, εκών/εκούσα/εκόν και σώφρων/σώφρον της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στις πτώσεις που μας ενδιαφέρουν:
ΕΝΙΚΟΣ
Αρσενικό
Ονομαστική άκων/εκών/σώφρων
Γενική άκοντος/εκόντος/σώφρονος
Αιτιατική άκοντα/εκόντα/σώφρονα
Θηλυκό
Ονομαστική άκουσα/εκούσα/σώφρων
Γενική ακούσης/εκούσης/σώφρονος
Αιτιατική άκουσαν/εκούσαν/σώφρονα
Ουδέτερο
Ονομαστική άκον/εκόν/σώφρον
Γενική άκοντος/εκόντος/σώφρονος
Αιτιατική άκον/εκόν/σώφρον
ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ
Αρσενικό
Ονομαστική άκοντες/εκόντες/σώφρονες
Γενική ακόντων/εκόντων/σωφρόνων
Αιτιατική άκοντας/εκόντας/σώφρονας
Θηλυκό
Ονομαστική άκουσαι/εκούσαι/σώφρονες
Γενική ακουσών/εκουσών/σωφρόνων
Αιτιατική ακούσας/εκούσας/σώφρονας
Ουδέτερο
Ονομαστική άκοντα/εκόντα/σώφρονα
Γενική ακόντων/εκόντων/σωφρόνων
Αιτιατική άκοντα/εκόντα/σώφρονα
Βαγγέλης Στεργιόπουλος
Δείτε περισσότερα Γλωσσικά... πάθη: https://eduadvisor.gr/index.php/arthra/glwssika