«Αμφιθέατρο αλλά και από το σπίτι»: Έρευνα σε φοιτητές για τις διά ζώσης ή εξ αποστάσεως σπουδές στα ΑΕΙ
Εμφανίσεις: 278
Η πανδημία ανατρέπει τα θεμέλια του «παραδοσιακού» πανεπιστημίου. Οι φοιτητές έχουν πάντα την ανάγκη της επαφής με τους καθηγητές τους στο αμφιθέατρο –ίσως συνηθισμένοι και από τη δωδεκαετή θητεία στα θρανία–, ωστόσο πλέον ένα σημαντικό ποσοστό ζητάει μια υβριδική μορφή πανεπιστημίου, που θα συνδυάζει τη διά ζώσης με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Οι λόγοι της επιλογής αυτής δεν είναι μόνο εκπαιδευτικοί αλλά και οικονομικοί, διαμορφώνοντας μια νέα συνθήκη για τα περιφερειακά ΑΕΙ της χώρας, τα οποία έχει παρατηρηθεί να «αδειάζουν από φοιτητές» κατά τα τελευταία έτη σπουδών.
«Η πρωτόγνωρη εμπειρία της μετάβασης από την κανονικότητα της διά ζώσης εκπαίδευσης στις αίθουσες διδασκαλίας στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση με τη βοήθεια εικονικών τάξεων τροφοδότησε ένα δημόσιο διάλογο για το μέλλον των πανεπιστημίων στη μετα-COVID εποχή», λέει στην «Κ» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντής του Εργαστηρίου Κοινωνικής Ανάλυσης και Εφαρμοσμένης Κοινωνικής Ερευνας του ιδρύματος, Γιάννης Ζαϊμάκης, ο οποίος συντόνισε μεγάλη έρευνα για την τηλεκπαίδευση. Στην έρευνα μετείχαν 2.372 φοιτητές και φοιτήτριες στα 16 τμήματα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Στην ερευνητική ομάδα μετείχαν τα μέλη ΕΔΙΠ του ΑΕΙ Μαρίνα Παπαδάκη και Περικλής Δράκος και η υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Κοινωνιολογίας Χαρά Κόκκινου. Από τις απαντήσεις των φοιτητών προκύπτει ότι στη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης περίπου επτά στους δέκα συνέχισαν την εκπαίδευση από τον τόπο κατοικίας. Τρεις στους δέκα (30,2%) δήλωσαν πως διαθέτουν εξοπλισμό κάτω του μετρίου και συμμετείχαν στην τηλεκπαίδευση από μειονεκτική θέση: «Είχα αποκλειστεί από την εκπαίδευση για ένα χρόνο επειδή δεν είχα μικρόφωνο, κάμερα και ο κοινόχρηστος υπολογιστής και το Ιντερνετ χάλασαν», ανέφερε φοιτητής Επιστήμης Υπολογιστών. Η οικονομική κατάσταση της οικογένειας επηρεάζει την ποιότητα του τεχνολογικού εξοπλισμού. Από την άλλη, φοιτητές από πόλεις έχουν καλύτερες ψηφιακές δεξιότητες σε σχέση με φοιτητές από αγροτικές και ημιαστικές περιοχές.
Το Ιντερνετ στο νησί
Αν και η σύνδεση στο Διαδίκτυο είναι αναγκαία για την ουσιαστική παρακολούθηση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, το 64,1% φαίνεται να μην τη διαθέτει πάντα. Οπως αναφέρει φοιτήτρια των Οικονομικών Επιστημών, «η μόνιμη κατοικία μου είναι σε νησί, όπου το δίκτυο του Ιντερνετ δεν είναι και το καλύτερο. Σε συνδυασμό με άλλα τρία άτομα στο σπίτι να παρακολουθούν μαθήματα online δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την παρακολούθηση μαθημάτων για όλους, με αποτέλεσμα σε εξεταστική να με “πετάξει” και να αποκλειστώ από την εξέταση σε δύο μαθήματα».
Το αίσθημα της κοινωνικής απομόνωσης, η έλλειψη επικοινωνίας και αλληλόδρασης με τους συμφοιτητές και τους διδάσκοντες, η κούραση λόγω της παρακολούθησης μαθημάτων μέσω οθόνης και η αδυναμία συγκέντρωσης αξιολογούνται από την πλειονότητα των φοιτητών ως σημαντικές αδυναμίες της τηλεκπαίδευσης. Στον αντίποδα, οι περισσότεροι (53,4%) ανέφεραν ότι η τηλεκπαίδευση τους απελευθερώνει χρόνο λόγω των περιορισμένων μετακινήσεων και πως έχουν προσαρμοστεί στην τηλεκπαίδευση (58,3%). Οι θετικές αξιολογήσεις της εμπειρίας της τηλεκπαίδευσης είναι υπερδιπλάσιες (46,7%) των αρνητικών (19%), με τα τμήματα των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, που έχουν κυρίως θεωρητικά μαθήματα, να τείνουν να έχουν υψηλότερο βαθμό ικανοποίησης από τα τμήματα θετικών επιστημών που έχουν εργαστήρια.
Ολα τα τμήματα προτιμούν την εκπαίδευση με φυσική παρουσία, με διαφορετικό βαθμό αποδοχής από τμήμα σε τμήμα. Φοιτητές από μεγάλα έτη έχουν υψηλότερο ποσοστό προτίμησης της τηλεκπαίδευσης συγκριτικά με τους φοιτητές μικρότερων ετών. Το 5,3% και το 10,3% των φοιτητών που δηλώνουν πως η τηλεκπαίδευση είναι πολύ καλύτερη ή καλύτερη από τη διά ζώσης έχουν μέσο όρο ετών φοίτησης 4,88 και 4,38, αντίστοιχα. Στον αντίποδα, όσοι θεωρούν τη διά ζώσης πολύ καλύτερη ή καλύτερη από την τηλεκπαίδευση είναι 2,96 και 3,54 αντίστοιχα.
Ως προς τα μοντέλα εκπαίδευσης κυριαρχεί η παραδοσιακή διδασκαλία στις αίθουσες. Ομως οι φοιτητές δείχνουν να προτιμούν την περαιτέρω ενσωμάτωση της ψηφιακής διδασκαλίας στην παραδοσιακή. Οι έξι στους δέκα (61,2%) επιλέγουν ένα υβριδικό μοντέλο ΑΕΙ, δηλαδή συνδυασμό διά ζώσης με εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Εξ αυτών το 48,3% λένε η βασική μέθοδος διδασκαλίας να είναι η διά ζώσης, και το υπόλοιπο 12,9% η εξ αποστάσεως. Το 34,4% επιλέγει μόνο διά ζώσης και το 4,4% τηλεκπαίδευση. Πιο «τεχνοφιλικές» προσεγγίσεις εμφανίζονται στα μεγαλύτερα έτη και συνδέονται με παράγοντες όπως η δυσκολία αποφοίτησης, τα οικονομικά προβλήματα, η φοίτηση από τον τόπο κατοικίας μακριά από την έδρα του ΑΕΙ.
Οπως παρατηρεί ο κ. Ζαϊμάκης, «οι επιλογές αυτές, όπως φαίνεται από τα ποιοτικά δεδομένα, περιλαμβάνουν μια ευρεία γκάμα προτάσεων. Από την απλή ενίσχυση διαφόρων συμπληρωματικών μορφών ψηφιακής μάθησης (ασύγχρονη εκπαίδευση, χρήση e-learn, προσκλήσεις διδασκόντων σε επιμέρους διαλέξεις με τηλεδιάσκεψη κ.λπ.) μέχρι την εφαρμογή παράλληλων συστημάτων εκπαίδευσης ανάλογα με το είδος των μαθημάτων, π.χ. εργαστηριακά μαθήματα με φυσική παρουσία και θεωρητικά με τηλεδιασκέψεις ή ακόμη και τη διαμόρφωση υποδομών για την παράλληλη διδασκαλία στην αίθουσα διδασκαλίας και σε ψηφιακές αίθουσες για όσους αδυνατούν να παρακολουθούν με φυσική παρουσία τα μαθήματα λόγω οικονομικών ή άλλων δυσκολιών».
Τα συν και τα πλην
«Είμαι πρωτοετής και νιώθω ότι βαδίζω στο κενό. Δεν έχω ιδέα πώς είναι τα μαθήματα στο αμφιθέατρο, πώς είναι η βιβλιοθήκη στο πανεπιστήμιο και πώς είναι τα πρόσωπα των συμφοιτητών μου. Προσπαθώ να μην αποσυντονίζομαι, αλλά είναι αδύνατον, αφού όλοι μου οι φίλοι είναι μακριά και εγώ δεν μπορώ να γυρίσω στο Ρέθυμνο λόγω των μέτρων. Είναι απογοητευτική η κατάσταση!» ανέφερε στην έρευνα φοιτήτρια του Τμήματος Φυσικής. Στην άλλη πλευρά, φοιτήτρια μεγαλύτερου έτους του Φυσικού απάντησε ότι «η τηλεκπαίδευση άνοιξε νέους ορίζοντες εκπαίδευσης, αφού με αυτό τον τρόπο μπορούμε χωρίς έξοδα διαμονής και μετακίνησης να σπουδάσουμε αυτό που πραγματικά αγαπάμε. Δεν ξοδεύουμε άσκοπο χρόνο σε μετακινήσεις –ούτε χρήματα για φαγητό– για τα μεσοδιαστήματα των μαθημάτων, με αποτέλεσμα να έχουμε και περισσότερο χρόνο για την οργάνωση των σπουδών (διάβασμα κ.λπ.) αλλά και να κάνουμε οικονομία. Βοηθάει άτομα που δεν έχουν οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουν σε άλλο τόπο».
Πηγή: kathimerini.gr
Δείτε περισσότερες Έρευνες: https://eduadvisor.gr/arthra/erevnes