Επιτροπή για την αναδιάρθρωση των ΑΕΙ ζητάει η ΑΡΜΕ
Τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας για την εκπόνηση ειδική μελέτης στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης των ανώτατων ιδρυμάτων (πανεπιστήμια και ΤΕΙ) ζητάει η παράταξη της ΠΟΣΔΕΠ «Αριστερή Μεταρρύθμιση».
Μάλιστα, για τη σύνθεση της επιτροπής αυτής η ΑΡΜΕ προτείνει να υπάρχει συμμετοχή ειδικών στα θέματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκπροσώπων των ιδρυμάτων και εκπροσώπων της ΠΟΣΔΕΠ, της ΟΣΕΠ-ΤΕΙ και της ΕΕΕ. Επίσης να ολοκληρωθεί το έργο εντός αυστηρά συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου π.χ 3 μηνώ, στη διάρκεια αυτή η επιτροπή θα εκπονήσει τεκμηριωμένη μελέτη του συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας, και θα ορίσει τα κριτήρια στα οποία θα βασιστεί η αναδιάρθρωση του συστήματος.
Ενδιαφέρον, ωστόσο, στην ανκοίνωση της ΑΡΜΕ έχει η παραδοχή της άναρχης ανάπτυξης και διασποράς ιδρυμάτων ανά την επικράτεια τις προηγούμενες δεκαετίες. «Η ταχύτατη διεύρυνση της ανώτατης εκπαίδευσης τις προηγούμενες δεκαετίες» αναφέρει η ΑΡΜΕ «όπως και η γενικότερη «ανάπτυξη» της χώρας, ξέφυγε πολύ γρήγορα από την επιλογή ενός διπολικού συστήματος (πανεπιστήμιο και ΤΕΙ) ανώτατης εκπαίδευσης ανά περιφέρεια και κυριάρχησε η προώθηση πελατειακών ή τοπικιστικών συμφερόντων. Το αποτέλεσμα είναι οτι η διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης παρουσιάζει στρεβλώσεις σε διαφορα επίπεδα:
- η υπερβολική διασπορά των νέων Τμημάτων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ σε πολλές μικρές πόλεις (έντεκα πόλεις με μόνον ένα Τμήμα) θυσίασε τις ακαδημαϊκές προϋποθέσεις για τη λειτουργία ενός ιδρύματος στην εξυπηρέτηση μίας αμφισβητήσιμης αντίληψης για την τοπική ανάπτυξη.
- η ακαδημαϊκή διάρθρωση του ν. 1268, σε Σχολές και Τμήματα που αντιστοιχούν σε αυτοτελή επιστημονικά αντικείμενα, σε πολλές περιπτώσεις δεν υλοποιήθηκε για ιστορικούς λόγους ή διαστρεβλώθηκε για να εξυπηρετηθούν πελατειακά ή τοπικιστικά συμφέροντα τόσο στα κεντρικά όσο και στα περιφερειακά ιδρύματα.
- η έλλειψη συνολικής αντίληψης και ορθολογικού σχεδιασμού για την τεχνολογική και επαγγελματική εκπαίδευση όλων των βαθμίδων προσαρμοσμένης στις ανάγκες της κοινωνίας αλλά και στη διεθνή πρακτική, η υστέρηση στη λειτουργία ενός σύγχρονου συστήματος πιστοποίησης επαγγελματικών προσόντων οδήγησαν σε στρεβλώσεις στην ανάπτυξη του τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης και υπονόμευσαν τις σχέσεις και την συμπληρωματικότητα με τα πανεπιστήμια».